-
1 обмен
1. (мена) η συναλλαγή, η ανταλλαγήбартерный - ο αντιπραγματισμός, η ανταλλαγή εμπορευμάτων δίχως μεσολάβηση χρημάτωνη ανταλλαγή σε είδος, το μπάρτερ (ξεν.)2. (веществ) физиол. см. метаболизм 3. (воздуха в помещении) η (εν)αλλαγή/κυκλοφορία του αέρα 4. вчт. η ανταλλαγήРусско-греческий словарь научных и технических терминов > обмен
-
2 товар
το εμπόρευμα, το προϊόντο είδος, το αγαθόдержать - на складе κρατώ/έχω το - στην αποθήκηотправлять - αποστέλλω/στέλνω το -стоимость - а на условиях СИФ τιμή του - τος με όρους C.I.F. (κόστος, ασφάλειαстоимость - а на условиях ФОБ τιμή του - τος με όρους F.O.B. (ελεύθερον επί του πλοίου)аукционный - προς πλειστηριασμό/δημοπρασίαзаграничные - ы εξωτερικά/ξένα - ταимпортные - ы - τα από το εξωτερικό, ξένα - ταпотребительские - ы τα καταναλωτικά είδη/προϊόντα-сельскохозяйственные - ы τα γεωργικά/αγροτικά προϊόνταРусско-греческий словарь научных и технических терминов > товар